We’ve updated our Terms of Use to reflect our new entity name and address. You can review the changes here.
We’ve updated our Terms of Use. You can review the changes here.

Σ​Π​Ι​Ρ​Τ​Α ΣΕ Π​Υ​Ρ​Ο​Μ​Α​Ν​Η

by TABURO BOTA

/
  • Streaming + Download

    Includes unlimited streaming via the free Bandcamp app, plus high-quality download in MP3, FLAC and more.
    Purchasable with gift card

      €7 EUR  or more

     

1.
Είμαστε εκείνοι κι εκείνες που κουβαλάμε ευθύνες, αν όχι από την γέννηση, σίγουρα από τους πρώτους μήνες. Και, δυστυχώς, τις περισσότερες φορές οι ευθύνες δεν είναι δικές μας, είναι δανεικές. Ζούμε σε ένα κουτί, σε ένα περιβάλλον άγονο και βάζουμε γκολ απλά πατώντας το τετράγωνο. Έχουμε ήδη λησμονήσει την τελευτάια φορά που ‘χαμε μπάλα κλωτσήσει ή λουλούδι μυρίσει. Γνωρίσαμε μέσα απ’ την τηλεόραση τα χρώματα. Στόματα αναμασάνε όσα τους λένε αυτόματα. Φύσηξε αέρας, έσπασε τη γλάστρα στο μπαλκόνιb κι έτσι ήρθαμε για πρώτη φορά σε επαφή με χώματα. Η πραγματικότητα είναι ωραία μόνο όταν βλέπουμε ταινίες στο σινεμά του Μορφέα, που, ευτυχώς, δεν χρειάζεται εισιτήρια να πληρώνουμε. Τα όνειρα είναι τζάμπα και μ’ αυτά μεγαλώνουμε! Καταναλώνουμε, αντιδρούμε, μαλώνουμε. Συμφωνόυμε, διαφωνούμε, πληρώνουμε. Μεγαλώνουμε, φορολογούμαστε. Γλεντάμε, πονάμε και απολογούμαστε. Μονίμως στα σκουπίδια μας πετάνε. Μονίμως τα δικαιώματά μας τα καταπατάνε. Μονίμως αγχωνόμαστε, μονίμως τρελαινόμαστε. Και όσο για την ζωή... Να ζήσουμε να την θυμόμαστε. Ποιός μιλάει, ποιός κοιτάει, ποιός πονάει, ποιός πεινάει. ποιός θα φάει και ποιός όχι; Ποιός το ψάχνει και ποιός το΄χει; Ποιός θα φύγει, ποιος θα μείνει πόσα παίρνει, πόσα δίνει, πόσα κλέβει, πόσα αφήνει; Πόσοι άνθρωποι, πόσα κτήνη; Η φάση είναι επιβίωση και πού το σκοπό της τοποθετώ, τί με παίρνει, ποιές υποσχέσεις αθετώ; Έχω νιώσει τόση αλήθεια που θα σου ‘φερνε εμετό, το τώρα κρατάει όσο είσαι έτοιμος γι αυτό. Ήρθες την ώρα της απόσταξης... Έλα και πιες καθώς τα γράδα θα μετρώ ρωτάς το πώς θα ζεις... Μα οι απαντήσεις μου στερέψαμε πλέον σαν τα ευρώ κι απαιτήσεις ξεζουμίζουν καθετί που χω ιερό. Μου έχει μείνει ότι λέω πρέπει να το αποδεχτώ. Έχω αδέσποτο κουφάρι, ελευθερία δεν απαιτώ. Το είδα το έργο με τους γύρω να πετάν χαρταετό με την ουρά του μες τα σκέλια και το σπάγγο του λυτό. Βγάζω απ την τσέπη το φλασκί γουλιά γουλιά να ζεσταθώ, μαζεύω τα κομμάτια μου όρθιος για να σταθώ. Το βήμα μου ρευστό κι είναι δύσκολο να ενταθώ, ένας κόπρος μου γαβγίζει γρήγορα να κουμπωθώ. ‘’Φιλέ τι γίνεται;’’ έναν ξένο που περνάει χαιρετώ και με κοιτάει τόσο περίεργα λες και τού ‘βρισα Χριστό. ‘Εχω ξεφύγει ή έχουν φύγει όλοι οι άνθρωποι από δω; Δως μου το νόημα στριφτό να το καπνίσω με ποτό. ‘’Ψηλά τα χέρια’’ μια στολή φωνάζει να μην κουνηθώ, νιώθω τη γη μας να γυρίζει, δεν μπορώ να αντισταθώ. Άλλη μια τζούρα πριν εκπνεύσω τον καπνό, όταν ακούω μια σφαίρα να εισπνέει το θυμό.
2.
Πήρα την πρόσκληση και μπήκα απ’ το παράθυρο στο πάρτυ. Πλέον γράφω στίχους πάνω σε σκάκι ή πάνω σε χάρτη. Είμαι η Λέλα και μιλώ μέσα απ’ το στόμα κάθε αντάρτη. Θα βγούν μέσα απ΄τον Καιάδα να σου κάψουνε την Σπάρτη. Ήμασταν πόρνες στο Χαμετυπείον της Δραπετσώνας, για μας όλη η ζωή ήταν μακρύς βαρύς χειμώνας. Δεν έχουμε πατρίδα ούτε κάτι να μας ανήκει, στη Σμύρνη με λέγαν Μέλπω και Ηρώ στη Σαλονίκη. Νικηθήκαμε απ’ το χρόνο, κι όχι μόνο, νικηθήκαμε απ’ τον πόνο, τον πόνο. Κι όμως μοιραζόμαστε κάτι κοινό μαζί σου: το παιδί του νταβατζή μου, δυο φορές ειν’ νταβατζή σου. Και μές στην Κόλαση είχα μάθει να φωνάζω: «Εικόνα σου είμαι, Κοινωνία, και σου μοιάζω». Ε, το λοιπόν, όποιο κι αν λέγονται «Άνθρωποι», εγώ, από τα αστέρια πια, τη γλώσσα μου τους βγάζω. Μας σκοτώσανε με τις ενέσεις 606. Για μας η ιστορία σας, δεν έγραψε ούτε λέξη. Μα, ευτυχώς τραγουδάνε για μας ακόμα εκείνοι που μπερδέψαν την μπουνιά τους με το στόμα. Εκείνες κι εκείνοι που ακόμα έχουνε μείνει με κότσια να αντέχουν να πάρουν ευθύνη. Οι άλλες φοβούνται, οι άλλοι κοιμούνται, οι άλλοι σιωπούνε κι απλά συναινούνε. Γυναικάρες είναι αυτές που κανέναν δεν φοβούνται. Γυναικάρες είναι αυτές που κάποια μέρα σε εκδικούνται. Γυναικάρες απ’ τη Σέλμα, γυναικάρες σαν την Λέλα, γυναικάρες σαν εμένα, γυναικάρες σαν εσένα... Πίσω απ την Κόλαση γύρισα να σου φέρω ιστορίες απ’ το τέλος του κόσμου, τότε στη Λέρο. Είμαι η Ανδρομάχη δεν με ξέρεις και το ξέρω και την λέξη «Λευτεριά» την κραυγάζω δεν την προφέρω. Με βίαζε ο πατέρας μου όταν ήμουνα μικρή κι η μάνα μου με βίαζε με τη συνενοχή. Φοβόταν η ιστορία μου μην εξιστορηθεί. Πληρώσανε γιατρούς για να με βγάλουνε «τρελή». Πάνω στο πλοίο... Πάτμος... Αποκάλυψη ωμή: «Όποιος πάει, δεν γυρνάει, απ’ το επόμενο νησί». Σε ένα άσυλο χειρότερο από κάθε φυλακή, σ’ οτι πιο άρρωστο έχει δει ποτέ η Ψυχιατρική. Να τιμωρούμαι εγώ για τον ανώμαλο πατέρα μου, την νύχτα προσευχόμουν, να ν’ η τελευταία την μέρα μου. Με πλένανε με λάστιχο γυμνή, με ταϊζανε γυμνή, και με κοιμίζανε με υπνοσεντόν γυμνή. Εκεί μέσα καταφέραν η ψυχή μου να αρρωστήσει, με τον ιδρυματισμό να με έχει παρανοήσει, με φάρμακα αμφιλεγόμενα να με έχουνε ποτίσει, με προσωπικό ανειδίκευτο για να μας βοηθήσει. Ανύμπορη να περιμένω να μου δώσουν λύση οι ίδιοι που το πρόβλημα μου ‘χαν δημιουργήσει. Με κανέναν από έξω δεν είχα επικοινωνήσει. Στα «αζητητα», ώσπου να ‘ρθει ο Χάρος να με ζητήσει. Τί με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ που μ’ είδες... Εκεί που μ’ αδικήσαν και έκανες ότι δεν είδες. Το να ακουστεί η φωνή μου είναι η εκδίκησή μου και θα ‘ρθει να σε βρει αφού πρώτα φύγει η ζωή μου. Γιατί είχα ορκιστεί μια μέρα να ‘ρθω εκεί που μένεις, σε χρόνο και με τρόπο που δεν θα τον περιμένεις. Να σου πω την ιστορία μου, να τη θυμάσαι πάντα. Ανδρομάχη, χωρίς επίθετο. Νεκρή. Ετών 30.
3.
Βλέπω μια γκόμενα να βγάζει τη γούνα και να γλεντά με λιγούρια στα πιο ξεφτίλα ελληνάδικα. Τρίζουν τα κόκκαλα του παππού της, του Γιάννη, που του βγάλαν το πετσί πριν πεθάνει στα γουναράδικα. Μα, πώς τα θάψαμε όλα και πώς τα ξεχάσαμε όλα; Η Ιστορία είναι λήθη και η λήθη είναι καργιόλα, σαν την Νίκη, που η ταξική συνείδησή της είναι ένα τίποτα μπροστά στο ξυρισμένο μουνί της. Ο αδελφός της, είναι ξυρισμένος πατριώτης, τον γουστάρουνε ο περιφερειάρχης και ο δεσπότης. Είναι ντουλάπα και εργάζεται ως «πόρτα» στο μαγαζί αυτουνού που 'χει την πρέζα και την κόκα. Σηκώνει βάρη και τρέχει ‘’για την πατρίδα’’, χτύπησε εναν Πακιστανό, χωρίς ελπίδα, χτύπησε tattoo του Hollywood τον Λεωνίδα από το σβέρκο μέχρι την κωλοτρυπίδα. Η Νίκη, όπως μπορείτε όλοι να δείτε απ' το fb, τα σπάει στην παραλία στη Σαλονίκη ή κι αλλού, ρίχνει ΝΔ και δεν την νοιάζει και πολύ η πολιτική... ''Μ' αυτά ασχολούνται οι μεγάλοι'', και εκείνη αισθάνεται μικρή. Σιχαίνεται να την πλησιάζουν αλλοδαποί γιατί ‘’είναι βρωμιάρηδες'' και εκείνη... καθαρή! Συμπαθεί μόνο τους μαύρους με τεράστια ψωλή, που τους παίρνει και μετα δικαιολογείται ότι είχε πιει. Μόνο μην το μάθει ο πλούσιος γκομενός της... Ρε, τί τραβάει ο φτωχός -τω πνέυματι- αδελφός της;! Έχει αδελφούλα μια τσούλα Ελληνοπούλα και στη σακούλα αναβολικά για πούλα. Έχει τα προβλήματά του και πάλι θα τα ξεσπάσει στην κοπέλα του που είναι ανήμπορη να αντιδράσει. Είναι θύμα λανθάνοντος ανδρισμού από αρσενικό πριν απ΄την φάση εξανθρωπισμού. Αυτή εδώ είναι η ανατομία ενός φόνου. Χωρίς ξεκάθαρο ρόλο θύματος ή και δολοφόνου. Νίκησε ο τρόμος ή ο θάνατος του τρόμου; Αυτή εδώ είναι η ανατομία ενός φόνου. Ήρθε από άλλα μέρη η Μαίρη ως τα μέρη τα δικά μας υπό την κηδεμονία και την αγωνία της μάνας, που παράτησε τον άντρα της μια νύχτα Αύγουστο μήνα κι ήρθε να γλιτώσει από το ξύλο κι απ΄την Αθήνα. Μα, τον ίδιο σταυρό κουβαλάει στην πλάτη πλέον η κόρη της. Την τρώνε οι ανασφάλειες και τις τρώει απ' το αγόρι της. Λόγω έλλειψης αγάπης, παιδείας και κουλτούρας, πήρε ο Γιάννης ρόλο εραστή και πατρικής φιγούρας. Πέντε χρόνια μαζί και δυο χρόνια κακός μαζί της, να βγάζει όλα τα κόμπλεξ του επάνω στο κορμί της. Κάθε φορά που χώριζαν, στην μάνα της γυρνούσε. Καθε φορά που έβγαινε, την παρακολουθούσε, που πήγαινε, τί έκανε και όποιονα της μιλούσε, τον τραμπούκιζε πρώτα, μετέπειτα τον απειλούσε. Δεν ήτανε ζωή αυτή η παράνοια που ζούσε. Όχι, δεν ήτανε ζωή αυτή η παράνοια που ζούσε... Κρατούσε το αυγό του φιδιού μες στην αγκαλιά της, εκκολάφθηκε και τώρα της τρώει τα σωθικά της. Μα, ποτέ δεν είναι αργά για μια γρήγορη λύση. Δεν θα πεθάνει μόνος του, πρέπει να τον τσακίσει! Παίρνει το όπλο που στο κομοδίνο έχει αφήσει, το γεμίζει, απασφαλίζει, περίμενει να γυρίσει. Η καρδιά της σπάει, όσο η πόρτα ξεκλειδώνει... Τώρα μέσα στο σαλόνι είναι οι δυο τους κι είναι μόνοι. Στον ίδιο χώρο δύο εν δυνάμει δολοφόνοι. Και σε θέλω να μου πεις η ιστορία πως τελειώνει. Ναι, εσύ που τώρα ακους, έχεις όλη την ευθύνη να μου πείς τί έγινε ή τί ήθελες να ‘χει γίνει. Του ρίχνει και τελειώνει ή λυγίζει, της αρπάζει το όπλο και την σκοτώνει κι όντας ‘’σε άμυνα’’ έχει ελαφρυντικά και την γλιτώνει; Πες μου πως τελειώνει...
4.
Η ζωή μου είναι βία. Απ’ το τέλος του Κόσμου ως της μάνας μου την κοιλιά ανάποδη είναι ευθεία. Κάνω κύκλους στα τετράγωνα να βρω τη Λογική σε τιμή λογική, σε τιμή-ευκαιρία. Όλες τους είναι τρελοί κι όλοι τους είναι τρελές. Κι οι πιο τρελοί είναι αυτές που αναζητούν την αιτία. Έχεις φαγητό και ζέστη από την πατρική σου οικία, που ακόμα και εκεί μέσα δεν νιώθεις πλέον οικεία. Βλέπω αυτούς που με κοιτάζουν να έρχομαι απ’ την γωνία. Κατέβα απ’ το μάλκόνι, όπου να ‘ναι ξημερώνει, και πάμε στην πλατεία να ακούσουμε την ησυχία. Τελειώνει ό,τι δεν πρέπει να τελειώσει γιατί ο πάγος λιώνει. Κι άμα λιώσει, δεν ξαναπαγώνει σε τέτοια θερμοκρασία. Ο δικός σου ο Κόσμος είσαι εσύ και όσοι έχετε επιλέξει την ίδια ανησυχία. Ο δικός μου ο Κόσμος είναι οδικώς 656 ματωμένα χιλιόμετρα απ’ την Βοσνία. Ο Θάνατος πιλοτάρει ένα μάυρο ελικόπτερο πάνω απ’ την Σερβία, ντύνεται μασκαράς και σου ‘ρχεται στην κηδεία. Γιατί ο θάνατος την παίρνει την ζωή σου στα αστεία. Αλλά, είναι το μόνο σίγουρο, οπότε σημασία έχει τί θα κάνεις μέχρι τότε... Δεύτερη στροφή πριν απ’ την τελική ευθεία. Σκοτάδι... πίσσα, νικοτίνη και ναυτία. Αναχωρούν σαν πάντοτε οι ναύτες με τα πλοία για την Αμερική, την Αφρική ή την ΦαντΑσία... Και φέρουνε στα αμπάρια ιστορίες σαν φορτία για πειρατές ανώμαλους από την Σομαλία, τραπεζίτες μαζεύουνε το χρήμα στην Αγγλία και γυναίκες καυτές με 5 ευρώ στην Βραζιλία. Όπως η Θάλασσα, που δεν βρίσκει ακινησία, έτσι κι αυτό τελειώνει με ένα κόμμα κι όχι με τελεία... Όλοι πνίγονται μέσα στης πόλης την τρικυμία κι όλα γίνονται για μια Ελένη και μια Μαρία. Πάρε γιατρέ τα γιατρικά και σύρε Ικαρία, γιατί η πυρομανία μου δεν έχει θεραπεία. Η πιο μεγάλη ασθένεια λέγεται ιδιοκτησία, να τα θέλεις όλα επί δύο, και να παίρνεις τρία.. Να’ ταν όλα απλά, να τα χορεύαμε στα τρία στο Πωγώνι με κλαρίνα ξεκινώντας για Αυστραλία. Να’ ταν όλα γλυκά σαν την γιαγιά μου την Ναταλία. Η Κόνιτσα έχει θάλασσα απ’ την Καππαδοκία. Την έφερε ο παππούς μου κάπου στο 20κάτι. Το νερό το πήρε ο άνεμος και ξέμεινε το άλατι. Φίλε, τα χιόνια λιώσαν όπως λιώσαν και τα νιάτα. Χιλιάδες χρόνια στα βουνά πάνε την στράτα – στράτα... Και τραγουδάμε μέσα στα νεκροταφεία τραγούδια σαρακατσάνικα για την Ελευθερία. Να ακούνε οι νεκροί να γλεντάνε κι αυτοί μαζί μας. Κάτω στα πέντα μάρμαρα αφήνουμε την φωνή μας. Η ζωή μας: δυο γονείς, δύο δρόμοι και μια πορεία. Η μάνα μου έχει δύο κόρες, δυο γιούς και μια ιστορία. Οι δυο της γιοί γίνανε νότες στα ηχεία και με τις δυο τις κόρες βλέπει την ευτυχία. Δεν θέλω να βλέπω οθόνες να μου κλέβουν την ουσία, μα να βλέπω μάτια άλλων, βιβλία και τοπία. Σε είδανε στο Νότιο Μπρονξ το 73’... Hip Hop, εσύ, με γλίτωσες απ’ τα ψυχιατρεία. Στραβώσαν τα βινύλια από την υγρασία, μα η Τέχνη δεν πεθαίνει και γεννά Πολυτεχνεία. Στραβώσαν τα βινύλια από την υγρασία, μα, η Τέχνη δεν πεθαίνει και γεννά Πολυτεχνεία.... Ένας παππούς κάποτε, πριν το χαμό του, στον σπασμένο καθρέφτη είπε στον εαυτό του πως το Αστέρι του Βορρά και τον Σταυρό του Νότου πρέπει καθένας να τα δει πριν απ’ τον θάνατό του,
5.
Κοίτα το στόμα πως ακούγεται αν έχει κάτι για να πει. Όταν η γλώσσα ηδονίζει το μυαλό να εξελιχτεί, η φωνή θα φτύνει σάλιο, τα πνευμόνια αναπνοή στη μάπα της κουλτούρας που διψά κι ασφυκτιεί. Όσοι είναι σπάταλοι στα λόγια ίσως απλά σιωπούν, δεν λένε τίποτα ουσιώδες, μάλλον παραληρούν με λυρισμό σε συλλαβές, που το νόημα αγνοούν, κι αγωνιούν να βρούνε τέμπο που βολεύει να χωθούν. Αμετροέπεια με στυλ στα αυτιά ενοχλητική σε μια εποχή που αποσιωπεί όσα πρέπει να ειπωθούν με νου αλλού σε όλα τα ασήμαντα που γύρω προωθούν να πωρωθούν σαν οπαδοί λοιδορώντας τη μουσική. Όσα έχω ακούσει στο «Υπ’ Όψιν» δεν τα ακούς μια ζωή, δεν θα στα πουν γιατί η αλήθεια δεν έχει ακόμα εκτιμηθεί. Κάποιοι δεν θέλουν να σκεφτούν, δεν θέλουν να σε σεβαστούν, δίνουν μόνο μια εικόνα και για αυτή θα πληρωθούν. Βήμα το βήμα, το ραπ είναι η δήλωση που αρκεί για να νιώσουμε τον κόσμο που γύρω μας αιμορραγεί. Είναι η πράξη μέσω λόγου για όσα αξίζει να θιχτούν για να ξυπνήσουν τα κεφάλια, όχι απλά να κουνηθούν. Δείγμα το δείγμα και beat να γκρουβάρει η ψυχή γιατί ότι μένει είναι η ξήγα από το μικρόφωνο, ρε συ, κι αν μεγαλώνεις το εγώ δεν θα χει χωράει να εκφραστεί, θα γίνει κυμματομορφή χωρίς να εμπνέει ούτε να υμνεί.
6.
Ξεκλείδωνε τη πόρτα να φύγω μέσα απ’ το σπίτι σου. Η λογική μου ζει δυο μέτρα πάνω απ’ τον πλανήτη σου. ‘Eχω ξεράσει τα πάντα στον νεροχύτη σου. Με έψαχνες παντού, μα ήμουνα κάτω από τη μύτη σου. Τώρα το ξες και τώρα, όποτε γουστάρεις, πάρε μια ανάσα δυνατά να με σνιφάρεις. Και χόρευε στον δρόμο σαν να μην υπάρχει χτες και χούφτωνε με και με τα χνώτα σου να με καις. Και να με θες, είμαι γυναίκα απ’ αυτές που δεν μπορούν να έχουν όλοι γιατί είμαστε καυτές. Με λεν Αλήθεια και τον νου σου γιατί μπήκα μες στον νου σου. Κατέβα στον δρόμο όσο ανεβάζω τους παλμούς σου. Τώρα πλανάσαι πιο πάνω από την πλάνη τους και δεν ρουφάνε πια το αίμα σου οι ρουφιάνοι τους. Τώρα μπορείς να σταθείς μπροστά απ’ την κάνη τους. Και τα κρανία σπάν, ακόμα κι αν φοράν τα κράνη τους. Όποιος ξέρει και δεν ξέρει πως ξέρει, είναι στην άγνοια... Ταρακούνησέ τον. Όποιος δεν ξέρει και ξέρει πως δεν ξέρει, είναι παιδί... Και το παιδί μόρφωσέ το. Όποιος ξέρει και το ξέρει πως ξέρει, είναι σοφός... Και ακολούθησέ τον. Όποιος δεν ξέρει και νομίζει ότι ξέρει, είναι χαζός... Και απλά αγνόησέ τον. Βαριά κι ασήκωτη από την πρώτη άχνα, πιστεύεις, δεν πιστεύεις σ’ αυτήν, θα σε πάρει ζβάρνα. Όταν μιλάει, σε κοιτάει στα μάτια λάγνα. έτοιμη να σου ξεριζώσει όλα τα σπλάχνα. Δεν σ’ έχει ανάγκη, υπήρχε πριν από σένα, μετά από σένα, χωρίς εσένα. Είναι η αιτία που όλο μεγαλώνει ο πόνος σου. Θα ‘ρθει να σε βρει μόνο όταν είσαι μόνος σου. Τώρα σιωπή, τώρα που μιλάει, δεν μιλάς. Τωρα σιωπή, τώρα που σε βρήκε, δεν γελάς. Μια ζωή να της κρυφτείς προσπαθούσες, μια ζωή... Δεν είχε νόημα καν η ζωή που ζούσες. Όμως, αν σ’ είχε δει στον δρόμο να περπατούσες περήφανα και κόσμο να βοηθούσες, σ’ εκτιμά, γιατί προτιμούσες απ’ το να ζήσεις στα γόνατα, να πεθάνεις στις πατούσες.
7.
Εδώ που ο χρόνος χρόνια τώρα έχει γίνει κυνικός κι η αδράνεια γαμιέται με τη λήθη συνεχώς, εδώ που άνθρωπος την πίστεψε στα αλήθεια κυνηγός μα έχει ξεχάσει ότι η επιβίωση προκύπτει ενστικτωδώς, εδώ που ο λόγος να μιλάς έχει γίνει βαρετός και αφεντεύει την ουσία ο καθωσπρεπισμός, εδώ που ο κόσμος που κοιτάς είναι τυφλός, οταν φωνάζεις για βοήθεια, θα λέει πως είν’ κούφος. Εδώ που ο φίλος στην πορεία γίνεται αδελφός κι ο ρόλος της φιλίας απόμακρος κι εχθρικός, εδώ που αγαπάς να μοιάζεις καταθλιπτικός και υποκρίνεσαι ανάγκες καθημερινώς, εδώ που όλα τα γούστα είναι ψυχαναγκασμός, εδώ που όλα τα γούστα είναι ψυχαναγκασμός και ερωτεύεσαι τον πόνο γιατί είναι ανθεκτικός, εδώ που χαίρονται να γίνεσαι γόνιμα δουλικός, σκύψε και γλύψε τους τα πόδια να γίνεις αποδεκτός, σκύψε και γλύψε τους τα πόδια να γίνεις αποδεκτός... Εκεί που η ώρα τώρα, κόσμε, δεν έχει χρόνο να μετρά και η λογική πιπώνει κάθε απάνθρωπη πλευρά, εκεί το θήραμα μιλά, δεν είναι ζώο τελικά. Όποιος έπιασε το νόημα δεν φεύγει, μένει, πολεμά. Εκεί που λόγια λένε όλοι και ποιήματα αισθαντικά ακούγονται σαν πρέπει και θέλω άλλα ακουστικά. Εκεί που φώναξα δεν με είδαν, ψάχνανε για τα λεφτά. Αναλώσιμα υλικά είμαστε για αναίσθητα αφεντικά, σολότεκνα με δουλειά, που χρεώνουμε φιλικά... Το είπα σωστά; Δεν το είπα σίγουρα εχθρικά. Γίναμε αφρός σαν μπαλάκια αγχολυτικά αναγκαστικά εκεί μεταξύ του ειδικά και του γενικά. Κατάπιαμε την γουλιά πως είναι τα πάντα ελεγειακά, όχι ιδανικά, μα θα πατήσουμε στα πόδια μας, παιδιά. Εκεί που άφησα τα γούστα μου να είναι μοναδικά με έπιασες να ρεμβάζω, να καπνίζω εθιστικά σκεπτόμενος ¨η αγάπη εκφράζεται ανταλλακτικά ντυμένη με όλα τα αταβιστικά χαρακτηριστικά¨. Εκεί. που βλέπω να ερωτεύεσαι ψηφιακά, εγώ θα βγαίνω σαν pop up ενοχλητικά να βρίζω δυαδικά. Και στο είχα πει, δεν σου έσκασε και ξαφνικά... Μικρό παιδί γκαβλώνει μαθηματικά. Βλέπω τον κόσμο να εκφυλίζεται σαρωτικά. Είδα τον κόσμο να αγαπά σπασμωδικά. Βλέπω τον κόσμο να ατροφεί εγκεφαλικά. Είδα τον κόσμο να έχει θέματα φυλετικά. Βλέπω τον κόσμο να πεθαίνει εκφραστικά. Είδα τον κόσμο να σκέπτεται ρατσιστικά. Βλέπω τον κόσμο να μην φέρεται αλτρουιστικά. Είδα τον κόσμο να σιωπεί ενοχικά. Βλέπω τον κόσμο να… βλέπει τον κόσμο.
8.
9.
Βγες απ’ την ζούγκλα ρε, θα σε φάνε ζωντανό. Το σύστημα – φριτέζα θα σου τηγανίσει το μυαλό. Καλώς ήρθες στην Γη, σε έναν πλανήτη σκοτεινό με πόλεις, ανθρώπους, δολάρια και ευρώ. Όλα ξεκίνησαν εδώ και θα τελειώσουν εδώ. Δεν σε κράτανε από το χέρι, σε κρατάν απ΄το λαιμό... Κινούμαι ανάμεσα στις γειτονιές πλασμάτων σκαλωμένων κι οι στίχοι μου απόρροια λέξεων σκονισμένων. Περίπατος στην ομορφιά του χάους των μεθυσμένων. Το στυλό στάζει ποτό κι αναγούλα των ζαλισμένων. Όλα πουτάνα στον βωμό των γαμημένων. Εμείς κομπάρσοι με όνειρα σ΄ όχλο υπνωτισμένων. Ασπρόμαυρη η ταινία στα μάτια των πεθαμένων. Τρέχει κόκκινο το αίμα στις φλέβες των γεννημένων. Άκρα κομμένα από ακραίους των πωρωμένων. Η πόλωση cocktail στα πάρτι των φαντασμένων κι η αβελτηρία ευνουχισμένων μυαλών βιασμένων κάνει αστεία την δουλειά δαιμόνιων εντεταλμένων. 16 βήματα η βόλτα στον κήπο των χαζεμένων. Βλέπω θολά ή μήπως φταίει η οπτική των ψιλιασμένων; Είναι η αλήθεια που ταιριάζει στα μάτια των γελασμένων; Ή το ψέμα που γελά στην αγκαλιά των προδομένων; Είναι γρίφος τελικά το πώς νικά ο επιμένων... Συμπέρασμα και δήλωση αδύναμων και ηττημένων που ψάχνουν την ευθεία στον κόσμο των τεθλασμένων κι αισθήματα στον κύβο σε κύκλο εξαρτημένων. Πατάει η μπότα μου γερά στομάχια σκάρτων βολεμένων, το ταμπούρο μου αιθάλη στο κεφάλι χαομένων. Ακούς ανάποδα πατήματα ήχων λουπαρισμένων και βήματα ρυθμού εξορκισμού φανατισμένων.
10.
Είμαστε όλοι εν δυνάμει δολοφόνοι. Η γνώση είναι δύναμη και η δύναμη σκοτώνει. Μα, πρέπει να την βρούμε και να την πάρουμε μόνοι, δεν υπάρχει σύστημα αληθινά να σε μορφώνει. Υπάρχει σύστημα να σε διαμορφώνει, να σε αποβλακώνει και να σε αποστειρώνει, να σε μαστουρώνει, να σε αποξενώνει, να σε μπριζώνει να σε πηδά, να σε κερατώνει, να σε τελειώνει. Να ‘σαι καλά εκεί που ‘σαι κυρ Παντελή, ήσουνα σκουλήκι άχρηστο πάνω στη Γη. ‘Εντιμος σύμφωνα με μια αλλόκοτη ηθική, μια μίξη χριστιανισμού και καπιταλισμού μαζί. Όλες Κυρα-Κατίνες και όλοι Κυρ-Παντελήδες μαζεμένοι σε βρωμοπόλεις σαν κατσαρίδες. Υπάρχουν 100 απο αυτές για κάθε μια που είδες + παιδιά + εγγόνια + λασκαρισμένες βίδες + τηλεόραση να παίζει Πρετεντέρη. Σύνταξη κομμένη στη μέση με το μαχαίρι, αλλά με εθνική συνείδηση «σαν καλό Ελληνόπουλο» φτιαγμένη απο ανιστόρητους σαν τον Παπαρρηγόπουλο. Αν ξαναπείς για τους δρόμους του Παπαδόπουλου, θα σε κρεμάσω στο δέντρο του Αβραμόπουλου. Κάθομαι και ακούω κάθε κολλημένο γέρο να κάνει λες και με ξέρει ή λες και θέλω να τον ξέρω. Κάνε χώρο για τον μανιακό ψηφοφόρο, τον αγγελιοφόρο της επόμενης κυβέρνησης... Είμαστε όλοι εδώ σε κατάσταση ημι-μέθεξης και Να παμε (x 12). Με το 3-2-1 με πιάνει απ’ τον αυχένα και με βάζει με το ζόρι να δούμε δελτίο Αντέννα. Σου τα λέω τα ‘χω παίξει γι ‘αυτό μην βγάλεις λέξη... Τέτοιες ρίμες γράφανε το 96’. Δίνανε μόνο πόνο, δίνανε μόνο δρόμο. Έβγαλα 2 Cd κι ακόμα ράπερ δεν δηλώνω γιατί δεν είμαι ράπερ , είμαι Mc . Είμαστε ελάχιστοι εν Ελλάδι, γι’ αυτό δώσε προσοχη Συνήθως έχω ένα μύνημα να δώσω, εκτός αν παίζει μπιτάρα και θέλω απλά να χώσω. Συμβαίνει μία στο τόσο, το κάνω να χαλαρώσω. Δεν ξέρω πως το ξεκίνησα, μα πως θα το τελειώσω. Ενώπιον όλων τοποθέτηση επίσημη. Η τιμή σου έχει τιμή συζητησιμη, η τιμή μου δεν είναι αμφισβητήσιμη, ο απανθρωπισμός μου ιδέα μη υλοποιήσιμη. Η ανθρωπότητα απαιτεί να ‘μαστε χρήσιμοι. Η βλακεία δεν ειναι αντιμετωπίσιμη. Η αλληλεγγύη είναι το όπλο των λαών κι η κοσμική εξουσία είναι το όπιο των θρησκειών. Η πλειοψηφία δεν μπορεί να εμβαθύνει, δεν ειναι διαβασμένη, ούτε ψημένη για να κρίνει, μόνο συμφωνεί, διαφωνεί ή συγκρίνει, υπάρχουν δυο απόψεις, διαλέγει και καταπίνει. Σε παρακαλώ να το σκάσεις απ’ το κοτέτσι, αγάπησε τη γνώση και μην καταντήσεις έτσι. Ποτέ δεν είναι αργά για αυτομόρφωση, χρειάζεται μόνο θέληση για επανόρθωση. Ξέρω καλά ότι αυτά που λέω δεν πουλάνε, γιατί έχεις συνηθίσει ραπερόνια που ‘’γαμάνε’’, θέλεις για αλητείες και για μπάφους να μιλάνε, για γκόμενες , αλκοόλ και τα ρούχα που φοράνε. Σε έχουν συμπαρασύρει σε ενα χαμηλό επίπεδο, χάνεις την μπάλα μέσα κι έξω από το γήπεδο, παίρνεις σοβαρά τις σοβαροφανείς τους μπάρες, γενικούρες γεμάτες μπανταλομάρες. Η μουσική που ακούς λέει πολλά για σένα. Ο τρόπος που μιλάς λέει πολλά για σένα Ο τρόπος που χορεύεις λέει πολλά για σένα. Το πώς βρήκες το φαΪ σου λέει πολλά για σένα. Λίγο πολύ όλοι τα ‘χουμε μπερδεμένα κι όπως είπε ένας Εβραίος ποιητής πριν από μένα: Πες μου τί νομιζεις πως πάει στραβά στον κόσμο και θα σου αναλύσω τo τί πάει στραβά με σένα. Αν έχεις φτάσει εδώ πέρα κατά λάθος, ακούς την μουσική που άλλοι περίμεναν με πάθος. Καλώς σε βρήκαμε, λοιπόν, όποιος και να ‘σαι, κούνα το κεφάλι και τα χέρια μην φοβάσαι. Ό,τι μουσική και να προτιμάς, τιμή σου που βρήκες το ελληνόφωνο HipHop της εποχής σου. Εδώ εκπροσωπούμε μια παγκόσμια κουλτούρα. Βαλ’ το δυνατά να καπελώνει τη σαβούρα. Θέλουμε το ρατσισμό νεκρό να καταλήγει, την El Dorado απ’ την Χαλκιδική να φύγει. Θέλουμε ελεύθερο κάμπινγκ σε όλη την χώρα. Απαιτούμε Δικαιοσύνη εδώ και τώρα. Θέλουμε καθαρές θάλασσες και δάση, καλή ζωή, μα και πολιτική δράση, τον Παύλο Φύσσα κανένας να μην ξεχάσει. Φυσσάει κόντρα σε ολάκερη την πλάση. Θέλουμε να μάθουμε αληθινή ιστορία, παντού γκραφίττι , αλλά όχι πάνω σε μνημεία. Ήρθαμε να πούμε όχι στην ομοφοβία. Απαιτούμε ισότητα και ισονομία, άμεση δημοκρατία και ανεξιθρησκεία. Θέλουμε καλές βιβλιοθήκες και μουσεία. Θέλουμε δημόσια δωρεάν υγεία. Θέλουμε ελευθεριακή και αληθινή παιδεία. Αυτό ειναι το HipHop των Βαλκανίων. Σε θέλουμε μαζί μας και όχι εναντίον. Αυτό είναι το HipHop της Μεσογείου, λόγια καθαρά μέσα απ’ την βρώμα του Υπογείου.
11.
Η φύση των λαών είναι να μπασταρδεύονται. Οι πολιτισμοί εξελίσσονται μόνο άμα ανακατεύονται. Οι άνθρωποι οφείλουνε τις ομορφιές να γεύονται, να χαίρονται, να σκέφτονται, να θέλουν να ερωτεύονται. Παιδιά μένουν παιδιά αν συνεχίζουν να ονειρεύονται. Παιδιά μεγαλώνουν και σαν μεγάλοι πια παιδεύονται. Συμφέροντα κάνουν πολιτικές να μαγειρεύονται. Όσοι τρώνε, έρχονται μετά στα μούτρα μας και ρεύονται. Κι έχουν το θράσος για όλα αυτά να κοκορεύονται στα κωλοκάναλά τους που το μίσος εμπορεύονται. Δεν θέλω να τους δω να τρέχουν, αλλά να φλέγονται. Αυτοί δεν λέγονται άνθρωποι, πες τους, να μην μπερδεύονται. Δυο βήματα μόνο και θα λύθουνε τα προβλήματα: πρώτα ένας παγκόσμιος με εκατομμύρια θύματα, μετά οι φτωχοί όλου του κόσμου ενωνόμαστε, κερδίζουμε στο τέταρτο και όλα τα μοιραζόμαστε! Η Γη δεν έχει σύνορα, μα έχουν τα μυαλά τους. Οι αποικιοκράτες τα θέλουν όλα δικά τους. Σε καίνε άμα πλησιάσεις τα πετρέλαιά τους. Δεν σε γλιτώνει κανείς απ’ τη φωτιά τους. Την Μέση Ανατολή την έχουν κάνει μπακλαβά τους. Την κόψαν κομματάκια που φυλάνε τα σκυλιά τους: οι χούντες, οι δικτάτορές τους και τα κομματά τους κι όλο το παρακράτος του επινοημένου κράτους. Μην ενωθούν οι γηγενείς... θα βρούνε τον μπελά τους. Σιγοντάρουνε την έχθρα για τα μεταφυσικά τους, ανακατεύονται ύπουλα και στα πολιτικά τους, ελέγχουν την δεξιά και την δήθεν αριστερά τους. Θρησκευτικός φανατισμός πάντα στα σχέδιά τους μαζί με εθνικισμό για να κανουνε τη δουλεια τους. Τους δινουν οπλα σφαιρες κι απο τα εκρηκτικα τους και βλέπουν απ το καναπέ τους ιερούς θανάτους. Μας παίρνει η μπάλα γιατί είμαστε κοντά τους. Οι μεν κι οι δε σε πόλεμο και εμείς ανάμεσά τους. Νεοέλληνα, οι Βόρειοι σε θέλουν με την μεριά τους, γι’ αυτό σε φτιάξαν κράτος και δώσαν τα δάνειά τους. ηΟι πλούσιοι θα φαν καλά κι εμείς απ’ τα σκατά τους. Νεοέλληνα η μοίρα σου είναι ίδια με την δικιά τους: τα παιδιά σου κάποια μέρα θα πνιγούνε στη Μεσόγειο προσπαθώντας να ξεφύγουν όπως τώρα τα παιδια τους. Αυτό δεν είναι Βιογραφία, αν και μοιάζει. Αυτό δεν είναι Ιστορία, αν και μοιάζει. Αυτό δεν είναι Μουσική, αλλά μοιάζει. Αυτό μου μοιάζει και με τρομάζει.
12.
ΦΑΓΗΤΟ 03:36
Σηκώνομαι στα δυο μου πόδια... Ξεκινάει η Ιστορία. Ψάχνω μέταλλα και πέτρες για να φτιάξω εργαλεία. Βγαίνω για να κυνηγήσω λεία. Το φαγητό είναι η πρώτη και η τελευταία μου επιθυμία. Λίγο- λίγο μαζευόμαστε οικογένειες πολλές και γινόμαστε η πρώτη ανθρώπινη κοινωνία. Οι κραυγές γινόνται λόγια και η επικοινωνία, που ‘ταν μόνο οπτική, γίνεται πια με ομιλία. Ζωγραφίζουμε ό,τι δούμε, τα πουλιά που κελαηδούν να μιμηθούμε προσπαθούμε. Ό,τι φοβόμαστε κι ό,τι να αντιληφθούμε δεν μπορούμε Το θεοποιούμε, Το επικαλούμαστε και Το παρακαλούμε. Χτίζουμε σπίτια για να κοιμόμαστε και ανάβουμε φωτιά, τριγύρω για να ζεσταινόμαστε. Και, όταν μ’ άλλους του είδους μας συναντιόμαστε, για το φαΪ, εννοείται πως σκοτωνόμαστε! Μα, δεν αφήνουμε τα πράγματα στην τύχη τους, χτίζουμε τείχη γύρω από τα σπίτια σαν τα τείχη τους για να προστατευόμαστε όλοι! Και ετούτος ο θεσμός αρχίζει να μοιάζει «πόλη». Σαν την πόλη που θα χτίσουμε, όταν στην Μεσόγειο και εμείς κατηφορίσουμε, μία καλύτερη ζωή να διεκδικήσουμε, μία καλύτερη γη να καλλιεργήσουμε. Ο ουρανός αδειάζει πάνω απ’ την γενέτειρά μου. Νερό, Φωτιά και Γη και Αέρας μες στα σωθικά μου. Δεν καλλιεργώ και βρίσκω την τροφή με τα λεφτά μου κι αυτά για να τα βρώ απ’ τις 8 είμαι στην δουλειά μου. Είναι θέμα επιβίωσης, πρώτα τα βασικά: Πόσιμο νερό να έχω πάντοτε κοντά, φαγητό για το τομάρι μου να στέκει γερά και ενα κρεβάτι ζεστό, να βλέπω όνειρα γλυκά. Καλημέρα! Κι αν έχω σίγουρα τα παραπάνω, τότε ξεκινώ να δω την μέρα μου τί να την κάνω. Κατ’ αρχάς, αφού δεν ξέρω πότε θα πεθάνω, είναι μάταιο να κάνω πάλι μακροχρόνιο πλάνο. Εξαρτημένος τελείως απ’ το σύστημα που μας τρέφει, δίνει λίγα- λίγα, λίγο- λίγο να μας καταστρέφει. Μα, ίσως μπορέσουμε να φύγουμε από δω. Γι’ αρχή να πάμε ομάδικά να ζήσουμε σε ένα χωριό. Να αυτονομηθούμε πρώτα ενεργειακά, να φτιάξουμε ηλεκτρισμό με αέρα, νερό ή φωτιά. Θελούμε λάδι, αλεύρι, μέλι, τσίπουρα και κρασιά, κι ό,τι δεν βγάζουμε να το αγοράζουμε ανταλλακτικά. Να ΄χουμε ζώα για κρέατα, αυγά και τυριά. Να ‘χουμε κήπο για τα φρούτα κι όλα τα λαχανικά. Τα ξύλα τα περσινά να καίμε για να ζεσταθούμε. Δουλειές και αγαθά, τα πάντα να τα μοιραστούμε.
13.

about

self-released

credits

released May 1, 2018

license

all rights reserved

tags

If you like TABURO BOTA, you may also like: